Τσιγάρο άφιλτρο στο χέρι
και ο ήλιος συννεφιασμένος,
Κυριακή θα φέρει
και τώρα το μυαλό να γυροφέρνει
στης ψυχής τα παλαιά τα ύψη
Ταλαιπωρημένα τα μάτια αναπολούν την
ανατολή που μόλις πέρασε.
Απέραντη είναι η γαληνή του λιμανιού
και το μυαλό να γυροφέρνει
στης ψυχής τα παλαιά τα ύψη
Εσύ καράβι πρωινό
και εγώ ξεκίνησα αργά.
Μια ανάμνηση μονάχα μένει
σαν τον φυλακισμένο
που τα σύννεφα θυμάται
έτσι κ εγώ τη τελευταία μας ματιά
και το μυαλό να γυροφέρνει
στης ψυχής τα παλαιά τα ύψη
Μα η καρδιά μου πονεί για σε
και για τον κόσμο όλο.
Εσύ ο κόσμος όλος
Το μυαλό εχθρός αιώνιος με την καρδιά να πολεμά
και εγώ στην μάχη μέσα να γυροφέρνω
στης ψυχής τα παλαιά τα ύψη
Και η ψυχή με αφήνει,
φεύγει, χάνεται,
χάθηκε
στα παλαιά πια γυροφέρνω μοναχός,
ένας ασάλευτος εραστής
Με μια ανάμνηση μοναχά
Αργοπεθαίνω χωρίς κάρδια, χωρίς μυαλό, χωρίς ψυχή
Με μια ανάμνηση μοναχά
Άδειος και άψυχος γυρίζω
Φεύγα ανάμνηση γλυκιά
Και εσύ ψυχή μου γύρνα
Άλλα καράβια θα ‘ρθουν
Άλλη ζωή θα ζήσω
Ψυχή μου γύρνα
Π.Φ.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.